Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2025

άλλοι οι πειρατές της Καραϊβικής κι άλλοι... της Πειραϊκής...

 



Στο Οφθαλμιατρείο έγραψα ποιήματα τερατουργήματα
στην αίθουσα αναμονής που άρχισαν πάλι τα στησίματα,
είναι βασανιστικοί στα μάτια των γέρων οι καταρράκτες,
από τις έξι το πρωί σηκώθηκα να πάρω έγκαιρα τις στράτες,
για να στηθώ κει πέρα, η πρώτη να είμαι μούρη,
έβαλα και στο πέτο μου λουλούδι μπας και μου φέρει γούρι,
τι τόθελα αυτό, δυό μόρτες Σίνα κι Ακαδημίας με ξεφωνήσανε,
σαν είδανε το λουλούδι τα σκατοφρικιά λες και ηλεκτριστήκανε,
και όταν τους πούλησα αγριάδα μου είπαν “άντε μωρή γριά”….

Έγινα Τομ Κρούζ ο γέρος και ρίχνω στον ένα μιά μπουνιά,
ενώ με τ’ άλλο χέρι τραβάω από την τσέπη τον μακρύ σουγιά
που σέρνω μαζί απ’ τα καράβια με τα πληρώματα τ' αλλοδαπά
δουλεύαμε και δαύτοι μπεκρόπιναν και τότε όλο ζήταγαν καυγά,
τα φόκεν γκρικ ήταν απ’ τα βρομόλογα τα ηπιότερά τους
όχι πως δεν είχανε μαχαίρια και κείνοι όλοι δικά τους,
έτσι αρπαζόμουν με το τσακ, ακόμη και για ποδόσφαιρο,
έδειρα και ασυρματιστή που έχασε ρεπόρτο με κωλόκαιρο.

Μου είχε μείνει μάλλον απ’ του 20ού αιώνα τις φουρτούνες
σε φορτηγά, πετρελαιοφόρα, ως και σε γολέτες (σκούνες)
μα για να γίνω πιότερο κατανοητός να πάρεις μία καλή ιδέα
φίλη-ε για τη ζωή μας των ναυτικών που λένε πως ήτανε ωραία,
δανείζομαι απ’ το βιβλίο μου “Σπασμένος Κάβος” μιά ιστορία,
που έγραψα χρόνια πριν, για μία μάχη στη μακρινή Ινδονησία...


ΤΙΤΛΟΣ 

Άλλοι οι πειρατές Καραϊβικής κι άλλοι... Πειραϊκής

Στο Μπόρνεο οι λιμενεργάτες
λέν' θα μας σπάσουνε τις πλάτες
μα και τα πόδια, εξόδου αν βγούμε,
γιατί χοντρά τους βλαστημούμε,
που η μανίλλα* τούς ξεφεύγει,                                   *κάβος
και προς την θάλασσα οδεύει...

Βιλάι* πετάγαμε ώρα... ξανά, ξανά,                          *λεπτό σκοινί
κι αφού τρομάξαν να το πιάσουν,
χαζεύοντας οι ξεμυαλισμένοι,
παρμάρα σα νάχαν θα το χάσουν
μέσα απ' τα ίδια τους τα χέρια,
γιατί την Ιρλανδή χαζεύανε
Μαρκόνισσα* Ο' Μπράιεν Βαλέρια                          *ασυρματίστρια
που με μπικίνι στο πάνω ντεκ,
συνέχεια έκανε ηλιοθεραπεία,
την λέγαν υπεργκόμενα και η οποία
για πολλαπλούς καυγάδες αρσενικών
στο πλοίο, ήτανε συχνά αιτία,
μέχρι μπουνιές για την καρδιά της
πέφτανε σε ντεκ* και τραπεζαρία.                              *κατάστρωμα

Με πλήρωμα κάπου έντεκα λατσόνες*,                      *εθνικότητες
δυό καλοκαίρια και χειμώνες,
ήμουν μαζί.. κάποιο καιρό, στο πλοίο αυτό,
που 'μείς γελώντας, το λέγαμε “το πειρατικό”,
με πλήρωμα αταίριαστο, εντελώς.... κουφό,*            *παράξενο, απίστευτο
από νοτιο-κεντρικο-βορειο-Αμερικανούς,
Δανούς, Κορεάτες, Κινέζους, Γερμανούς,
μέχρι Μουσουλμάνους, Εβραίους,
Σιντοϊστές και Χριστιανούς,
ανάμεσά τους δε κι ο “φόκεν γκρικ” εγώ,
έτσι μ’ αποκαλούσανε, βρισιά διόλου ήπια,
και απαντούσα ευθύς με χοντρομπινελίκια.

Πειρατές αποκαλούσανε κι όλους εμάς
οι στεριανοί και μοιάζαμε κάπως έτσι,
με τα μαχαίρια μας στη μέση,
αλλά επιπλέον κι ένα κοφτερό στιλέτο,
στη τσέπη , ενώ επιδεικτικά στο πέτο
εγώ φορούσα το σήμα της ειρήνης.
ο ''ορισμός” έλεγα της “καταισχύνης''

Είχαμε μείνει όμως, στην άφιξη μας,
στη μαρκόνισσα, και στην οργή μας
που δεν επιάσαν οι εργάτες το σκοινί
και ο καυγάς είχε ανάψει στο πι και φί
κει στη σαπιόσκαλα στο Μπόρνεο !

Ντόπιος, αγριομούτσουνος σαν όρνεο,
απ’ την κατ’ επίφαση προβλήτα,
μας απειλούσε στ’ Αγγλικά, στα ίσα,
όμως κι εμείς γκρίκγκλις ρίχναμε βρισιές...

Τρέχουνε κι άλλοι, με νέες απειλές,
λεπίδες δείχνουν τεράστιες κοφτερές…
λεν.. πώς θα μας κόψουν τον λαιμό,
στο πόρτο.... έξω.... αν βγούμε αυτό,
και τσαμπουκάδες πιότερους πουλάνε,
μας βλαστημούν, με μίσος αγριοκοιτάνε...

Τα νταϊλίκια δε περνάνε
σε μάς'', τους απαντάμε,
'θάρθουμε έξω να τα πούμε,
το βράδυ θα λογαριαστούμε...

Κάτω εμείς θα σας πατούμε !'',
ακούω τον Ραλφ τον θηριώδη,
που λίγο το μυαλό του κόβει,
να βρίζει κατατσαντισμένος,
έξαλλος, αναψοκοκκινισμένος.

Ραλφ ο σημαδεμένος,
ήταν πολύ μοβόρικο παιδί,
σίγουρα λίγο βαρεμένος,
με σατανοτατουάζ
σε χέρια, πόδια, σβέρκο,
με τον Αρμένη, Αζαριάι Σέρκο,
κάνανε ένα μοναδικό...
τσαμπουκαλο-ντουέτο,
και άλλο που δε θέλαν,
να δείρουν κι άλλο έξω
σαν βγούμε από το "Lady Megan".

Στην προβλήτα πάθανε πλάκα,
που 'μοιαζε ο Ραλφ ντουλάπα (!)
και ίσως να το ξανασκεφτούνε
πριν έρθουνε με μας να μετρηθούνε,
με τέτοιους ''άγριους πειρατές''
που δείχναμε απ’ τις αξυρισιές
από αφροντισιά και απλυσιές...

Ναι.. ''πειρατές'' με κάποιο τρόπο,
αφού αναγκαστικά σε εμπολέμων τόπο
παγαίναμε λόγω ναύλων στο κάθε τόσο,
σαν άλλωστε όλα τα "ευκαιριακά",
που οι ναυτικοί τα λεν ''πειρατικά''.

Νετάραμε* με τις μπογιές                                    *τελειώσαμε τα βαψίματα
κι άλλοι με τις αρματωσιές
στις μπίγες, και άλλοι με παλάγκα.*                   *οπλίσαμε τους γερανούς
σχολάσαμε, και΄τοιμάσου μάγκα
μούπανε, ώρα να πάμε έξω
με δαύτους να μετρηθούμε
βιάσου μου τόνισαν μην αργούμε.

Βγήκαμε όλοι οπλισμένοι,
με τα μαχαίρια μας ζωσμένοι,
το μόνο όπλο μες τα πλοία,
που οι αρχές, τα τελωνεία,
να έχεις, σου το επιτρέπουν
γιατί 'ναι εμφανές...το βλέπουν,
χρειάζεται για τη δουλειά,
για γάσες,* κι άλλα πολλά..                                   *θηλιές των κάβων

Για τη 'δουλειά' ναι μεν.... αλλά,
είναι και για την άμυνά μας,
καθώς συνέχεια είν' σιμά μας,
το κάθε καρυδιάς καρύδι,
μα έχω μιλήσει γι αυτό ήδη.
σιγά ρε σεις μην φοβηθούμε,
εμείς....που μέρα νύχτα ζούμε
με ερήμην καταδικασμένους...
με πρώην φυλακισμένους,
με πρώην και νύν απατεώνες,
με καταγωγίων, θαμώνες,
με μία τέτοια κομπανία ζούσα
κι εγώ στα ευκαιρίας πλοία
για να γλυτώσω απ' τη πενία.

Σκεφτόμουν χρήμα θα μαζώξω,
να φροντίσω όμως να σώσω,
πρέπει 'δω μέσα και το τομάρι μου.
"Πρόσεχε βρε καμάρι μου'',
με έγνοια μούλεγε η δόλια
η μάνα μου στα Σεπόλια,
που νάξερε που έμπαινα
κι αν σώος γω θα έβγαινα !

Υπό σημαία ευκαιρίας,
ο ριψοκίνδυνος παρίας,
τα κονομάει χοντρά,
μα, θα τα φάει τα λεφτά,
μόνο, αν θάβγει ζωντανός
απ' τα κάτεργα αυτά...

Έτσι λένε τα ανασφάλιστα,
των πειρατών κατάλοιπα,
όπου τα βρίσκεις κάλλιστα,
από μεσίτες στο Πειραιά,
με ένα μάτι όπως παλιά,
με μαύρη τάπα, και λοιπά,
στη Νοταρά κι άλλα στενά
σου ψιθυράει στα κρυφά
άμα γουστάρεις τετραπλά
από τα τρέχοντα μισθά
και σε δολάρια τα λεφτά,
έλα και δούλεψε σ' αυτά,
θα πάνε όλα μια χαρά…
έ, αν φας και κάποια μαχαιριά
δεν χάλασε κι ο κόσμος...!''
των ισχυρών ισχύει ο νόμος,
όπως και μες στις φυλακές,
κρυφές φαλτσέτες κι απειλές…

Έξω λοιπόν το βράδυ βγήκαμε,
κανέναν από αυτούς δεν βρήκαμε
πήγαμε έτσι και ξεπουτανιαστήκαμε,
φάγαμε, ήπιαμε και μεθύσαμε,
βρίσαμε και βριστήκαμε,
την τύχη μας σιχτιρίσαμε,
και φάλτσα τραγουδήσαμε.

Κάποτε αποφασίσαμε,
πίσω να πάμε πάλι
παραπατώντας, ένα χάλι..
αργά 'χαμε συνειδητοποιήσει
πως μας την είχαν στήσει...

Ξύλο πολύ μας ρίξανε,
τις μούρες μας τις πρήξανε,
χάμω μάς επατήσανε,
κι είχανε και βαρύ το χέρι.

Πρώτος ετράβηξε μαχαίρι,
και χάραξε ένα κω@@μέρι
σαν βρήκε κάποια ευκαιρία,
ο Άρνι από την Δανία...
πούζησε στην Ωκεανία*,                       *Η Αυστραλία και τα γύρω νησιά
κι ήταν γνωστός σαν λωποδύτης,
μαχαιροβγάλτης κι αγιογδύτης,
ο Άρνι, "το κομμένο αυτί"
τον λέγανε στη φυλακή...
με μαχαιριά ως το μάτι,
και του αυτιού του έλειπε κομμάτι,
(νταβάς τούχε τραβήξει το σκουλαρίκι
σ' ένα μπορντέλο σαν πούλησε νταηλίκι).

Μα πάμε πίσω που μας δέρναν,
και μας πατάγαν με τις μπότες,
όμως σαν είδαν το μαχαίρι,
πανικοβλήθηκαν, λακίσανε σαν κότες
και κάπως έτσι, κάπου εκεί...
σχεδόν ανώδυνα έληξε η συμπλοκή.

Τον Άρνι όλοι συγχαίρουν,
ναύτες, λαδάδες, θερμαστές που φέρουν
διάφορα μελανά σημάδια και πληγές
από μπουνιές, κλωτσιές και ροπαλιές.

Δυό τρείς πάμε για ράμματα,
κι έτσι κάπου χαράματα
γυρνάμε με τα πολλά στο πλοίο,
που ήδη τελείωσαν με το φορτίο
ολόκληρο το είχαν πάρει,
τ’ αμπάρια είχαν σπατσάρει*                                  *τα είχανε κλείσει
κάβους είχαν βιράρει*                                              *είχαν μαζέψει κάβους
και έτοιμο ήταν να σαλπάρει...

Φεύγαμε... σώοι, και να ξεχάσουμε
θέλαμε όλοι αυτή την ιστορία,
μα δεν θα τελείωνε εκεί γιατί
να έρχονται είδαμε απαρτία
αυτοί που σκοτωθήκαμε χθες βράδυ,
κι όπως αργοσαλπάριζε το καράβι,
μας εύχονταν σε μια εσπεράντο*
της ψυχής, να έχετε καλό ταξίδι !!!
κι αυτό γιατί τους ψάχναν μπάτσοι ήδη
κι εμείς εμάθανε δεν κελαϊδίσαμε
όταν μας ανακρίναν, αυτούς καλύψαμε.



ΥΣΤΕΡΙΓΡΑΦΟ

Δεν έπαιξε ρόλο ο Μαρξ, ούτε και το
εργάτες όλου του κόσμου ενωθείτε",
ρόλο έπαιξε η μπέσα του ναυτικού,
που ίσως από πολλούς να αγνοείται,
και κακοποιό στοιχείο ενίοτε αποκαλείται,
απ’ της επίπεδης γης δημοσιογράφους,
κι όμως είν’ σφαίρα…. κι όμως κινείται !!

 _______________________________________


Πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμμένα με τον γενικό τίτλο
"Τα παραμιλητά της Μέρας" που βρίσκονται χύμα αραγμένα
στο προσωπικό ημερολόγιο του Π. Ματαράγκα, τα ψηφιακά
επιμελείται η Αληκτώ*.
___________  Νο 2

* Αληκτώ, η χθόνια θεά που κατοικούσε στον Άδη και κατεδίωκε
όσους διέπρατταν ηθικά εγκλήματα ή εγκλήματα κατά της φυσικής
αρμονίας και τους τιμωρούσε.

 

* Λυσσάρι, Για τις λέξεις με εισαγωγικά θα πρέπει να συμβουλευτείτε τον Νοστράδαμο. 


  apo trello ki apo mikro...  







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

άλλοι οι πειρατές της Καραϊβικής κι άλλοι... της Πειραϊκής...

  Σ το Οφθαλμιατρείο έγραψα ποιήματα τερατουργήματα στην αίθουσα αναμονής που άρχισαν πάλι τα στησίματα, είναι βασανιστικοί στα μάτια των ...