Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2025

ΤΟΤΕ, ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΑ (13)


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΟΥ
ΣΠΑΣΜΕΝΟΣ ΚΑΒΟΣ




Πάνω στην ανεμόσκαλα


Κατέβαζε πάγους και παγάκια
ο Χάντσον Ρίβερ*, ενώ σκαφάκια,                       *ποταμός
μηχανοκίνητα και ιστιοφόρα,
δίπλα περνούσαν όλη την ώρα.

Οι "ματσωμένοι" Αμερικάνοι
βγήκανε πρωινό σεργιάνι,
με τα χλιδάτα κότερα
και τις γοργές ακάτους
κι εμείς οι κακομοίρηδες
δεν είχαμ' ούτε"αποπάτους".

Άχρηστες οι αποχετεύσεις
πώς να πλυθείς, να χ@@@ς
που λόγω παγετού
φρακάρανε τα μπούνια*;                               *τρύπα που φεύγουν τα νερά,

Είχαμε κι έναν "μανιαμούνια"*                     *καρμίρης,
καπτάνιο* που τσιγκουνευόταν,                   *καπετάνιος
και βυτιοφόρο δεν θαρχόταν... 
παρότι και το νερό σωνόταν.

Αρχίσαμε είπαν τα παλιά
μ' αυτό τον παλιοκερατά,
με τη γνωστή του τσιγουνιά
ψείρες θα βγάλουμε παιδιά,
θάμαστε άπλυτοι καιρό,
νεράκι θα πούμε το νερό...

Για να πλυθώ καμιά φορά
πρέπει να φεύγουν τα νερά,
και θάπρεπε να ξεβουλώσω
το μπούνι με να το ξεπαγώσω..

Δεν χάνω λοιπόν καιρό
και στο επόμενο λεπτό
σαν ακροβάτης θα κρεμαστώ,
στο τσάκα... πήγα να πνιγώ,

Μα για τη βλακεία μου αυτή,
όλα ας τα πω απ' την αρχή...

Την ανεμόσκαλα αρπάζω,
στη μπάντα την κατεβάζω,
και καλουμάρω* ο κόπανος                            *κατεβάζω
να φτάσει έως την "τρύπα"..

Απέξω απ' το καράβι βγήκα,
και σφίγγοντας τη σωλήνα,
κατέβαινα  βήμα το βήμα...
μα έλιωνε μόνο η βιτρίνα,
θάταν δε θάταν 20 πόντοι,
80 από του πάγου τον πυρήνα.

Τα χέρια μου κοκκαλιασμένα,
τι μούλαχε του μ@@@@ εμένα
μονολογούσα, άγρια φάση,
πώς νόμισα πώς θα μου κάτσει;

Σε μένα είπα άντε παράτα
την επιχείρηση, ήταν πατάτα,
από την κούραση ήμουν πτώμα,
θα τάφτυνα αν βάσταγε ακόμα
γιατί ήμουν στην ανεμόσκαλα,
τα πόδια μου θα λέγανε πονόσκαλα,
και βαστιόμουν με τόνα χέρι
που ήταν απ' ώρα κουρασμένο
μουδιασμένο και καταξυλιασμένο.

Ξάφνου κατάλαβα πως δεν αντέχω,
και πως στη θάλασσα θα πέσω...
Κοιτάζω κάτω......απελπισία,
παγάκι θα γίνω, με τη μία !!

Κοιτάζω έντρομος και πάνω,
βλέπω τον Κάρλος τον Ονδουριάνο,
τον ναύτη, που ανοιγόκλεινε το νερό,
και χάζευε κότερο περαστικό..

Αγκιούδα* βοήθεια, φωνάζω με πανικό,               *Ayuda
ντερσπερτάρ* ξύπνα "μαλ@@@",                          *
despertar   
(διεθνής η λέξη, δεν κάνω πλάκα)...

Εσπέρα*, δηλαδή περίμενε,                                       *espera
μου λέει πανικόβλητος και αυτός,
βάζει στο άλλο πλήρωμα φωνές,
πλακώσαν όλοι, ένας χαμός..


Άτα λα κουέρδα εν του θιντούρα                               *ata la cuerda en tu cintura
δέσε το σκοινί στη μέση σου,
(τα Ισπανικά τα έβαλα για φιγούρα)
μου φώναξαν να με τραβήξουν,
και με κορόιδευαν ψιθυριστά,
στα Ισπανικά να μη με θίξουν....

Το τελευταίο απ' τον Αλφόνσο
το έμαθα μέρες πολλές μετά,
τον φίλο μου τον Κολομβιανό
από την πολύχρωμη Μπογκοτά,
που όχι μόνο τους κατάκλεβε
στο μπαρμπούτι και στα χαρτιά,
μα και που ρουφιάνευε,
τους Λατίνους όλους κανονικά....

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

ΤΟΤΕ, ΣΤΑ ΜΕΣΑ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΑ (13)

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΟΥ ΣΠΑΣΜΕΝΟΣ ΚΑΒΟΣ Πάνω στην ανεμόσκαλα Κατέβαζε πάγους και παγάκια ο Χάντσον Ρίβερ*, ενώ σκαφάκια,                ...